Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

Τζάκσον Πόλοκ (Jackson Pollock)




Ο Τζάκσον Πόλοκ (Jackson Pollock, 1912 – 1956) ήταν Αμερικανός ζωγράφος εκπρόσωπος του κινήματος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού.



Το 1929 εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου σπούδασε ζωγραφική κοντά στον Τόμας Χαρτ Μπένσον. Τα πρώτα έργα του Πόλοκ θεωρούνται επηρεασμένα από τους Μεξικανούς ζωγράφους. Μετά από την πρώτη του επαφή με έργα του Πικάσο και των υπερρεαλιστών, οι πίνακες γίνονται περισσότερο συμβολικοί. 



Ακόμη, επηρεάστηκε από τις θεωρίες του ψυχολόγου Γιουνγκ. Τα έργα του της περιόδου 1938-1944 βασίζονται σε αυτές. Ο καλλιτέχνης αντιμετώπιζε αρκετά ψυχολογικά προβλήματα.



Το 1945 ο Πόλοκ αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στη ζωγραφική, συντηρούμενος από την σύζυγό του. Την περίοδο αυτή, η οποία θεωρείται από τις δημιουργικότερες για τον Πόλοκ, επινοεί την τεχνική του “Σταξίματος”. (dripping)  Μερικοί όμως αποδίδουν την πατρότητα της τεχνικής αυτής στην Αμερικανοουκρανή ζωγράφο Janet Sobel. 



Οι τεχνικές που αναπτύσσει καλούνται συχνά και με τον όρο action painting. (Ζωγραφική δράσης) Ο Πόλοκ τοποθετούσε στο έδαφος τον καμβά και έσταζε το αραιό χρώμα πάνω του. Το έργο του όμως είναι πολύ πιο οργανωμένο και έντεχνο από ότι φαίνεται με την πρώτη ματιά. Παρά τον τυχαίο χαρακτήρα που περιέχεται στην τεχνική του, ο Πόλοκ επεξεργάζεται σχολαστικά τους πίνακές του, που συνήθως είναι αφηρημένες συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων. Οι πίνακες του Πόλοκ μετά το 1951 χαρακτηρίζονται από περισσότερο σκοτεινά χρώματα.



Ας ακούσουμε τον ίδιο να μιλά για την τέχνη του:

“Η ζωγραφική μου δεν γίνεται στο καβαλέτο. Προτιμώ να καρφώνω τον ατέντωτο μουσαμά στον σκληρό τοίχο ή το πάτωμα. Χρειάζομαι την αντίσταση μιας σκληρής επιφάνειας. Πιο άνετα νοιώθω στο πάτωμα. Αισθάνομαι πιο κοντά, σα να είμαι μέρος του έργου, γιατί έτσι περπατάω γύρω του και το βλέπω από τις τέσσερις πλευρές. Είμαι μέσα του. 
Συνεχώς απομακρύνομαι από τα παραδοσιακά εργαλεία του ζωγράφου, δηλ. Τα πινέλα, το καβαλέτο, την παλέτα κλπ. Προτιμώ ξυλάκια, σπάτουλες, μυστριά και αραιό χρώμα ή παχιά πάστα χρώματος ανακατεμένη με άμμο, σπασμένο γυαλί ή άλλα ξένα υλικά. Οταν είμαι μέσα στο έργο δεν έχω συνείδηση του τι κάνω. Μόνο μετά από μια περίοδο “γνωριμίας” αρχίζω να το καταλαβαίνω.” 




Ο αυτοματισμός που επικαλείται, προφανώς βασίζεται στον επηρεασμό του από τον Γιουνγκ, όπως είπαμε.




Πρόσφατα, Φυσικοί εξέτασαν το έργο του, και ισχυρίστηκαν πως ο Πόλοκ προηγήθηκε, μάλλον ενστικτωδώς, κατά μια δεκαετία της επιστημονικής διατύπωσης της “Θεωρίας του Χάους”, οργανώνοντας τους πίνακές του με τις αρχές των πολυδιασπασμένων αυτοεπαναλαμβανόμενων συνόλων (“fractal”) σύμφωνα με μη Ευκλείδειες αρχές. 

Ας επιτραπεί όμως να ισχυριστούμε πως αυτός είναι ο ορισμός της εικαστικής δημιουργίας ούτως ή άλλως... Τα έργα του, για παράδειγμα, θυμίζουν συχνά περίπλοκα Αραβουργήματα, άλλα αριστουργήματα Μαθηματικής Σκέψης.


Αραβούργημα


Οι  πίνακες που ακολουθούν την τεχνική του “Σταξίματος”, έχουν μεγάλη εμπορική επιτυχία. Το περιοδικό Time το 1951 τον χαρακτηρίζει "μεγαλύτερο εν ζωή Αμερικανό καλλιτέχνη". και το 1956 του δίνει το παρατσούκλι  "Jack the Dripper" (παράφραση του “Τζακ του αντεροβγάλτη”) 




Η καλλιτεχνική πορεία του Τζάκσον Πόλοκ διακόπηκε νωρίς, καθώς σκοτώθηκε το 1956 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα . 




Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Amedeo Clemente Modigliani (Μοντιλιάνι) 1884-1920

"καρυάτιδα"



1913-1914, μολύβια

Αναρωτιόμαστε αν το αίτημα της "Ελληνικότητας στην Τέχνη" τον εικοστο αιώνα στην Ελλάδα, δεν οφείλει τις αρχές του και εδώ...

Βιογραφία:



Η Γέννηση της Αφροδίτης (Μποτιτσέλι)





Σάντρο Μποτιτσέλι, 1485–1486 Τέμπερα σε καμβά 172,5× 278,5 ΟυφίτσιΦλωρεντία


Γέννηση της Αφροδίτης (ΙταλικάLa nascita di Venere) είναι πίνακας ζωγραφικής του Ιταλού καλλιτέχνη της ΑναγέννησηςΣάντρο Μποτιτσέλι. Φιλοτεχνήθηκε περίπου το 1485–1486. Σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του μουσείου Ουφίτσι στη Φλωρεντία, στην αίθουσα που είναι αφιερωμένη στο μεγάλο δημιουργό. Αποτελεί μια από τις αρτιότερες αισθητικά δημιουργίες του Φλωρεντίνου καλλιτέχνη. Η έμπνευση για τον πίνακα δίνεται από μια μυθολογική αφήγηση του Οβιδίου και συνιστά μια νεοπλατωνική αλληγορία βασισμένη στην αντίληψη της αγάπης ως γενεσιουργού δύναμης.
Είναι άγνωστο σε εμάς ποιος παρήγγειλε τον πίνακα αυτό στον Ιταλό καλλιτέχνη, ωστόσο πιστεύεται πως φτιάχτηκε για κάποιο μέλος της οικογένειας των Μεδίκων. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν πως αποτελεί ύμνο στην αγάπη του Τζουλιάνο ντι Πιέρο των Μεδίκων για τη Σιμονέττα Κατανέο Βεσπούτσι, που ζούσε στο Πορτοβένερε (μετάφραση: Λιμάνι της Αφροδίτης), μια παραθαλάσσια πόλη για την οποία μια τοπική παράδοση λέει πως αποτελεί το μέρος όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη. Σημειώνεται πως ο Μποτιτσέλι αγαπούσε μυστικά και ο ίδιος την όμορφη Σιμονέττα, που ήταν ερωμένη του ευγενούς από την οικογένεια των Μεδίκων. Πιστεύεται πως η Σιμονέττα αποτέλεσε το μοντέλο για την Αφροδίτη στον πίνακα, αλλά και για άλλες κοπέλες σε έργα του Μποτιτσέλι, όπως συνέβη και στην Άνοιξη (Primavera).


                                             Simonetta Vespucci by Sandro Botticelli.

Το Θέμα του Πίνακα


Λεπτομέρεια του πίνακα.
Σύμφωνα με έναν αρχαίο ελληνικό μύθο, όταν ο Κρόνος πήρε τη βασιλεία από τον πατέρα του, τον Ουρανό, έκοψε τα γεννητικά του όργανα και τα πέταξε στη θάλασσα. Από τους αφρούς της θάλασσας, αναδύθηκε κοντά στην Κύπρο (σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση) η θεά Αφροδίτη. Στον πίνακα λοιπόν, η θεά Αφροδίτη αναδύεται από το νερό μέσα σε ένα όστρακο που φυσούν ο Ζέφυρος και η Αύρα προς την ακτή της Κύπρου ή των Κυθήρων. Στην ακτή την υποδέχεται μια από τις Ώρες, θεότητες των εποχών, που της προσφέρει έναν μανδύα. Σύμφωνα με ορισμένους ερμηνευτές, η γυμνή θεά είναι σύμβολο πνευματικής και όχι γήινης αγάπης. Η ανατομία της Αφροδίτης δεν αποτελούν εκφράσεις κλασικού ρεαλισμού, όπως στα έργα του Ραφαήλ ή του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Ωστόσο οι ανατομικά ανορθόδοξες λεπτομέρειες του πίνακα μονάχα συμβάλλουν στην αιθέρια ομορφιά του.
Το σχέδιο είναι αρμονικό και ντελικάτο: οι γραμμές κομψές και δημιουργούν, με τα κύματα που σκάνε στην ακτή, τις πτυχώσεις των ρούχων, την αρμονική ροή των μαλλιών της θεάς, διακοσμητικά κυματοειδή παιχνιδίσματα. Τα χρώματα είναι φωτεινά, οι μορφές καθαρές και ραφιναρισμένες. Το γυμνό σώμα της Αφροδίτης είναι ύμνος στην κλασσική ομορφιά και στην αγνότητα της ψυχής, ενώ για τη στάση της ο Μποτιτσέλι ακολούθησε το πρότυπο της Αιδήμονος Αφροδίτης (Venus Pudica).
Το θέμα της Αφροδίτης είναι σαφώς παγανιστικό, σε μια εποχή που τα περισσότερα έργα τέχνης απεικόνιζαν Ρωμαιοκαθολικά θέματα. Αν και ορισμένα από τα έργα του φλωρεντίνου ζωγράφου καταστράφηκαν εξαιτίας των θεμάτων τους, η Αφροδίτη διασώθηκε χάρη στην επιρροή του Λαυρεντίου των Μεδίκων. Ο πίνακας έχει επηρεάσει κατά πολύ και τη σύγχρονη κουλτούρα με εμφανίσεις σε διάφορες ταινίες και βιβλία. Επιπροσθέτως το πρόσωπο της Αφροδίτης απεικονίζεται στο δεκάλεπτο των ιταλικών κερμάτων ευρώ.

                                      Zephyrus, God of Winds, and the gentle breeze Aura. (detail) (s)

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Πίνακας του Δημήτρη Σκουρτέλη "Το μικρό βλαχόπουλο"


[Το ακριτικόν τούτο άσμα, το ζητούν να παραστήση τεραστίαν την πολεμικήν αρετήν των Ακριτών, συνδέεται στενώς μετά του άσματος των υιών του Ανδρόνικου. Ο Κωσταντίνος ο μικρός είναι ο πολλάκις εις τα ακριτικά άσματα μνημονευόμενος υιός του Ανδρονίκου, το μικρό Βλαχόπουλον είναι το αιχμάλωτον τέκνον αυτού, και ο Αλέξης ίσως ο Αλέξανδρος άλλων ακριτικών ασμάτων. Και το τέλος των δύο ασμάτων συμπίπτει. Ο ήρως, μεθυσθείς εκ του χυθέντος αίματος και αδυνατών να διακρίνη τον φίλον από του εχθρού, φωνάζει εις τους συντρόφους του να προφυλαχθούν, όπως μη εν τη παραφορά του τους φονεύση. Ενιαχού της Στερεάς Ελλάδος τραγουδείται κατά τας Απόκρεως προς ιδιάζοντα χορόν, τον λεγόμενον κουνητόν.]

Ο Κωσταντίνος ο μικρός κι' ο Αλέξης ο αντρειωμένος, 
και το μικρό Βλαχόπουλο, ο καστροπολεμίτης,
αντάμα τρων και πίνουνε και γλυκοκουβεντιάζουν,
κι' αντάμα έχουν τους μαύρους των 'ς τον πλάτανο δεμένους. 
Του Κώστα τρώει τα σίδερα, τ' Αλέξη τα λιθάρια, 
και του μικρού Βλαχόπουλου τα δέντρα ξερριζώνει. 
Κ' εκεί που τρώγαν κ' έπιναν και που χαροκοπούσαν,
πουλάκι πήγε κ' έκατσε δεξιά μεριά 'ς την τάβλα.
Δεν κελάϊδούσε σαν πουλί, δεν έλεε σαν αηδόνι, 
μόν' ελαλούσε κ' έλεγε ναθρωπινή κουβέντα. 
"Εσείς τρώτε και πίνετε και λιανοτραγουδάτε, 
και πίσω σας κουρσεύουνε Σαρακηνοϊ κουρσάροι. 
Πήραν τ' Αλέξη τα παιδιά, του Κώστα τη γυναίκα, 
και του μικρού Βλαχόπουλου την αρραβωνιασμένη."

Ώστε να στρώση ο Κωσταντής και να σελλώση ο Αλέξης,
ευρέθη το Βλαχόπουλο 'ς το μαύρο καβαλλάρης.
"Για σύρε συ Βλαχόπουλο 'ς τη βίγλα να βιγλίσης,
αν είν' πενήντα κ' εκατό χύσου μακέλλεψέ τους,
κι' αν είναι περισσότεροι, γύρισε μίλησε μας."
Επήγε το Βλαχόπουλο στη βίγλα να βιγλίση.
Βλέπει Τουρκιά Σαρακηνους κι' Αράπηδες κουρσάρους,
πλάγια κοκκινίζαν.
'ρχισε να τους διαμετράη, διαμετρημούς δεν είχαν. 
Να πάη πίσω ντρέπεται, να πάη εμπρός φοβάται. 
Σκύβει φιλεί το μαύρο του, στέκει και τον ρωτάει, 
"Δύνεσαι, μαύρε μ', δύνεσαι 'ς το γαίμα για να πλέξης;
-Δύνομαι, αφέντη, δύνομαι 'ς το γαίμα για να πλέξω, 
κι' όσους θα κόψη το σπαθί τόσους θενά πατήσω. 
Μόν' δέσε το κεφάλι σου μ' ένα χρυσό μαντήλι, 
μην τύχη λάκκος και ρηχτώ και πέσης απ' τη ζάλη. 
-Σαΐτταις μου αλεξαντριαναίς, καμιά να μη λυγίσει, 
και συ σπαθί μου διμισκί, να μην αποστομώσης. 
Βόηθα μ', ευχή της μάννας μου και του γονιού μου βλόγια,
ευχή του πρώτου μ' αδερφού, ευχή και του στερνού μου. 
Μαύρε μου, άιντε νά μπουμε, κι' όπου ο Θεός τα βγάλη!"

'Σ τα έμπα του μπήκε σαν αϊτός, 'ς τα ξέβγα σαν πετρίτης, 
'ς τα έμπα του χίλιους έκοψε, 'ς τα ξέβγα δυο χιλιάδες, 
και 'ς το καλό το γύρισμα κανένα δεν αφήνει. 
Πήρε τ' Αλέξη τα παιδιά, του Κώστα τη γυναίκα, 
και το μικρό Βλαχόπουλο την αρραβωνιασμένη.
Προσγονατίζει ο μαύρος του και πίσω του τους παίρνει.

'Στο δρόμο νοπού πήγαινε σέρνει φωνή περίσσα. 
"Πού είσαι αδερφέ μου Κωσταντά κι' Αλέξη αντρεϊωμένε; 
αν είστε εμπρός μου φύγετε κι' οπίσω μου κρυφτήτε, 
τι θόλωσαν τα μάτια μου, μπροστά μου δε σας βλέπω, 
και το σπαθί μου ερράγισε, κόβοντας τα κεφάλια, 
κι' ο μαύρος λιγοκάρδισε πατώντας τα κουφάρια."



Του Μικρού Βλαχόπουλου: "Στο έμπα χίλιους έκοψε". Έργο του Δ. Σκουρτέλη



Για περισσότερα δείτε εδώ:

el Greco ή Δομήνικος Θεοτοκόπουλος Ο Δομήνικος (= Κυριάκος) Θεοτοκόπουλος


   Ο Δομήνικος (= Κυριάκος) Θεοτοκόπουλος, έλληνας ζωγράφος από την Κρήτη, που ως βενετοκρατούμενη περιοχή ήταν τόπος συνάντησης τηςβυζαντινής παράδοσης και του δυτικού αναγεννησιακού ρεύματος, σπούδασε ζωγραφική στην Ιταλία (Βενετία, Φλωρεντία) και έζησε πολύ και διέπρεψε ως ζωγράφος της Αναγέννησης στην Ισπανία, γνωστός, κυρίως, με την ονομασία "ο Έλληνας" - "el Greco".
   Ο Δομήνικος (= Κυριάκος) Θεοτοκόπουλος, έλληνας ζωγράφος από την Κρήτη, που ως βενετοκρατούμενη περιοχή ήταν τόπος συνάντησης τηςβυζαντινής παράδοσης και του δυτικού αναγεννησιακού ρεύματος, σπούδασε ζωγραφική στην Ιταλία (Βενετία, Φλωρεντία) και έζησε πολύ και διέπρεψε ως ζωγράφος της Αναγέννησης στην Ισπανία, γνωστός, κυρίως, με την ονομασία "ο Έλληνας" - "el Greco".
"η αποκαθήλωση και ο θρήνος"


"ο Χριστός φέρων το σταυρό του μαρτυρίου του"


Το Τολέδο απεικονίζεται και πάλι στο βάθος του πίνακα "ο Λαοκόων". 
  Το θέμα του πίνακα εμπνευσμένο από την αρχαιοελληνική παράδοση Πίνακας από τους λίγους που ξεφεύγουν από την έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματός του.

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

Αντρέι Ρουμπλιόφ


Ναός του Ευαγγελισμού, Κρεμλίνο, ο Χριστός εν Δόξη


Ο Αντρέι Ρουμπλιόφ (περί το 1360 με 1370 - 1428) θεωρείται ο κορυφαίος Ρώσος αγιογράφος.
Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του. Δεν ξέρουμε ούτε πού γεννήθηκε, ούτε ποιο ήταν το κοσμικό του όνομα. Η πρώτη αναφορά στο όνομά του γίνεται το 1405 σχετικά με την εικονογράφηση του Ναού του Ευαγγελισμού στο Κρεμλίνο μαζί με το Θεοφάνη τον Έλληνα και κάποιον Πρόχορο.

Θεωρείται μαθητής του αγιογράφου Θεοφάνη του Ελληνα, αλλά λίγα πράγματα φαίνεται κληρονόμησε από το πρωτότυπο στυλ του δασκάλου του. Πιο πολύ θα λέγαμε πως ακολουθεί το πρότυπο του αγιογράφου της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη.

Λέγεται ότι το 1408 ανέλαβε, μαζί με το συνεργάτη του Δανιήλ, την αγιογράφηση του Ναού της Αναλήψεως στο Βλαντίμιρ και από το 1425 ως το 1427 του καθολικού της Μονής του, της Αγίας Τριάδας ή Αγίου Σεργίου. Τέλος, μετά το θάνατο του συνεργάτη του Δανιήλ ανέλαβε την αγιογράφηση στη Μονή Ανδρόνικωφ στη Μόσχα.

Θεωρείται ότι πέθανε κατά τη διάρκεια αυτής της εργασίας στις 17 Οκτωβρίου 1428 ή στις 29 Ιανουαρίου του 1430.


Η Αγία Τριάδα του Ρουμπλιώφ


Το έργο για το οποίο αναγνωρίζεται ως ένας από τους κορυφαίους Ορθόδοξους αγιογράφους, είναι η εικόνα της Αγίας Τριάδος, γνωστή και ως «Φιλοξενία του Αβραάμ», διακρίνεται για τη σύνθεση, το ρυθμό, το φωτισμό, την αρμονία, την καθαρότητα και την απλότητα.
Ομως, η συγκεκριμένη εικόνα δεν περιλαμβάνει τις μορφές του Αβραάμ και της Σάρας, που συνοδεύουν την εμφάνιση της Αγίας Τριάδος σύμφωνα με την αφήγηση της Παλαιάς Διαθήκης, πράγμα που τον διαχωρίζει από την Βυζαντινή Παράδοση.

Πολλά έργα που του αποδίδονται αμφισβητούνται βάσιμα, και έχουν υποστεί επιζωγραφίσεις από μεταγενέστερους.

Τα έργα του θεωρούνται πρότυπο της εικονογραφίας Ρωσικού ρυθμού.


Το 1988, ανακηρύχθηκε άγιος από τη Ρωσική Εκκλησία ως Άγιος Ανδρέας ο Εικονογράφος και η μνήμη του τιμάται στις 4 Ιουλίου.

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Άννα Θεοχαράκη


1.Anna Theocharaki

Color splash
 Η Άννα Θεοχαράκη σπούδασε διακόσμηση και γραφικές τέχνες στη σχολή Πετρά .
Συνέχισε με σεμινάρια και προσωπικές αναγνώσεις. Έτσι συνήθισε να αφουγκράζεται, όσο δουλεύει σιωπηλά στο ατελιέ της, παμπάλαιες φωνές και αρχέγονα σύμβολα.
Με τα ταπεινά εργαλεία της μοδίστρας τυλίγει υπομονετικά αμέτρητες κλωστές γύρω από κορδόνια. Κορδόνια για το σώμα, που τα δένει γύρω από το καρπό μας, όπως οι μανάδες βάζανε το Μάρτη στα παιδιά,  άλλα κορδόνια για τον χώρο, κόμπους που δένει στον αέρα, συνυφαίνοντας όμως στα νήματα τους κάποια μυστικά, γύρω από τη ζωή και την αθανασία, καθώς η πολυχρωμία τους μας μιλάει για χαρά και αισιοδοξία.  Ή κόβει παλιά ρούχα, όπου πάλλουν ακόμα τα ίχνη των ανθρώπων που τα φορέσανε, τα μπαλώνει, δημιουργώντας αυτό που η ίδια ονομάζει «μαλακές πέτρες»,  να καθόμαστε, να ακουμπάμε τις πλάτες μας, υφασμάτινες πέτρες που μας φέρνουν πιο κοντά στη Μητέρα-Γη και σε άλλες υπάρξεις. Σαν μια νέα Αριάδνη, η Άννα Θεοχαράκη ξετυλίγει με τα χέρια της τα πολύχρωμα νήματα του μίτου της σύγχρονης επικοινωνίας.

2.Anna Theocharaki

Κοίταζα τα κοσμήματά της και με γέμιζαν αισιοδοξία. Δεν είναι το χρώμα μόνο, είναι ακόμα και ο τρόπος που περιπλέκεται το κορδόνι, η δυναμική που έχουν, μία μορφή επανάστασης απέναντι στη μουντή περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η Άννα Θεοχαράκη αυτοσυστήνεται στο Dolce Vita, αποδεικνύοντας πως η ελπίδα κάποια στιγμή θα ξεπεταχτεί απρόσμενα δυναμικά από εκεί που δεν το περιμένεις…

3.Anna Theocharaki

Όλα τα κορδόνια αποτελούν σύμβολα δεσίματος, σύμβολα σύνδεσης, μια πνευματική ‘’κλωστή’’ που δένει όλες τις υπάρξεις. Τύλιξα χρωματιστές κλωστές πάνω στο δικό μου για να τονίσω την ανάγκη μιας αναγέννησης . Ήταν γύρω στο 2002, όταν δημιουργήθηκε το πρώτο μου κόσμημα- βραχιόλι, προβληματισμένη από την κατάσταση που τότε επικρατούσε. Το έβαλα στον καρπό σαν τα περικάρπια των μαχητών, για να μιλήσω για την αντιδραστική δράση που απαιτούσε  η εποχή , μια και διαισθανόμουν την κατάληξη της υπερκατανάλωσης που επικρατούσε τότε .

4.Anna Theocharaki

Περισσότερο από το αντικείμενο της τέχνης πάντα με εντυπωσίαζε η ενέργεια που έχεις την ώρα που το κατασκευάζεις . Είναι άλλο ένας πίνακας στην σελίδα ενός βιβλίου και άλλο όταν στέκεται εκεί μπροστά σου. Ξεκινάει  με την ανάσα του δημιουργού και αφού φεύγει από τα χέρια του φορτίζεται με όλα τα βλέμματα που το κοίταξαν τα επόμενα κοσμήματα μου φτιάχτηκαν με κλωστή και βελόνα
...η βελόνα είναι μια επέκταση του σώματος, ενώ η κλωστή είναι μια επέκταση του μυαλού.
Τα χνάρια του νου αποτυπώνονται για πάντα στο ύφασμα αλλά η βελόνα εγκαταλείπει τον χώρο δράσης της,  όταν η μεσολάβηση της τελειώσει. Η βελόνα είναι ένα μέσο, ένα μυστήριο, μια πραγματικότητα, ένας ερμαφρόδιτος , ένα βαρόμετρο, μια στιγμή ....και ένα Ζεν, όπως έλεγε και η Kimsooja.
Κάτι σαν φυλακτά ήθελα να φτιάξω λοιπόν ...

7.Anna Theocharaki

Δεν περιορίστηκα στα κοσμήματα. Τα κορδόνια μου μεγάλωσαν τυλίχτηκαν με κορδέλες δέθηκαν κόμποι , για να τονίσουν την ανάγκη της δέσμευσης και προσήλωσης  σε αυτό που υπηρετούμε κάθε φορά . Επίσης  έφτιαξα σκάλες με ανθρωπάκια να ανεβαίνουν .

6.Anna Theocharaki

Δούλεψα με φορεμένα ρούχα τα ένωσα και έφτιαξα τις ‘’μαλακές πέτρες’’ σαν μια προσευχή συνεργασίας και συναδέλφωσης.  Τελευταία αυτές τις πέτρες τις τύλιξα με πολύχρωμες κλωστές έφτιαξα τα κουβάρια  που παρουσιάζω στην Γκαλερί της Ελένης Μαρνέρη , κουβάρια που για να ξετυλιχτούν χρειάζεται να εργαστείς και να ξηλώσεις, πριν ελευθερωθεί η κλωστή.

10.Anna Theocharaki

Μέχρι τότε στέκουν ακίνητα ανάμεσα ουρανού και γης, σαν και μας συχνά μέχρι να αλλάξουμε  τις  παγιωμένες απόψεις και  πεποιθήσεις μας ..μάλλον επηρεάστηκα από την φαινομενικά στάσιμηκατάσταση που βιώνουμε τον τελευταίο καιρό.
Άννα Θεοχαράκη
Πηγή


Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014


ME ΠΗΛΟ ή ΜΕ ΧΑΡΑΞΗ




Βούλα Γουνελά, Βέρα Σιατερλή, Δήμητρα Σιατερλή, Μάγδα Ταμμάμ, Βίκυ Τσαλαματά, Θεοδώρα Χωραφά
έως την Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014
Έξι γυναίκες εικαστικοί συναντώνται για να δουλέψουν μαζί , η καθεμιά επιλέγοντας τη δική της «συνομιλήτρια» με την πρόθεση να χρησιμοποιήσουν την εκφραστική γλώσσα που γνωρίζουν και χειρίζονται από χρόνια στο χώρο της τέχνης: την κεραμική και τη χαρακτική. Συγχρόνως με το «ζευγάρωμα των δύο τεχνών» ζευγαρώνουν εικαστικά: η Βούλα Γουνελά με τη Βίκυ Τσαλαματά, η Θεοδώρα Χωραφά με τη Μάγδα Ταμμάμ και η Βέρα Σιατερλή με τη Δήμητρα Σιατερλή.
Κάθε ζευγάρι καλλιτεχνών μετά από αλλεπάλληλες συναντήσεις και κοινή δουλειά στα εργαστήρια παρουσιάζει από μια εικαστική πρόταση. Σ’ αυτή την αλληλοαναγνωριστική και αυτογνωσιακή συγχρόνως διαδικασία , η κάθε καλλιτέχνης με αφετηρία το προσωπικό της έργο, επιχειρεί να ανιχνεύσει, να γνωρίσει και να επεξεργαστεί τα στοιχεία, αλλά και τις ύλες και εργαλεία της άλλης, ενεργοποιώντας ένα παιχνίδι γόνιμης ανταλλαγής που καταλήγει στο να νοηματοδοτήσει τα προτεινόμενα έργα.

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

Annibale Carracci

 Annibale Carracci

Christ Wearing the Crown of Thorns, Supported by Angels

Ο Ανιμπάλε Καράτσι ήταν Ιταλός ζωγράφος στο δεύτερο ήμισυ του 16ου αι., μικρότερος αδελφός του Αγκοστίνο Καράτσι και ξάδελφος του Λοντοβίκο Καράτσι που απο κοινού ίδρυσαν γύρω στο 1584 την Ακαδημία των Προοδευτικών (Incamminati) , όπου εκτός από την σπουδή του φυσικού αντικειμένου διδασκόταν και η αρχιτεκτονική.
Ο Ανιμπάλε, ο οποίος ενδιαφερόταν περισσότερο για τη φυσική αλήθεια, δημιούργησε στη νεανική του περίοδο: Το κατάστημα του κρεοπώλη και τον άνθρωπο που τρώει φασόλια, από τα οποία πηγάζουν ορισμένοι μεταγενέστεροι τύπου ρωπογραφιών· στην πιο ώριμη φάση της της τέχνης του φιλοτέχνησε τις προσωπογραφίες, τους πίνακες με θρησκευτικό περιεχόμενο, που αποτυπώνουν την έξαρση του φυσικού κάλλους και, τέλος, τις μυθολογικές σκηνές, Αφροδίτη και έρως (πινακοθήκη Εστένσε, Μόντενα, Βάκχος (μουσείο Καποντιμόντε, Νάπολη), Αφροδίτη και Άδωνις (ιστορικό μουσείο τέχνης, Βιέννη) κ.α., προμηνύματα του φανταστικού - κλασικού κόσμου του μεγαλύτερου ζωγραφικού έργου του, της στοάς Φαρνέζε

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

Η ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΩΝ

Η ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΩΝ ΣΤΟ 

ΒΥΖΑΝΤΙΟ

(Συμβολικά, η περίοδος από την Φραγκοκρατία (1204) έως την Αλωση (1453)
Περίληψη του αντίστοιχου κεφαλαίου της διπλωματικής εργασίας ("Maitrise") του Δημήτρη Σκουρτέλη στο Πανεπιστήμιο Paris VIII, στο τμήμα Εικαστικών Τεχνών, με τίτλο : "Η αναγέννηση της Βυζαντινής ζωγραφικής τον 20ο αι. στην Ελλάδα"





Η ανάπτυξη της Δύσης και ο ανταγωνισμός μεταξύ «Λατίνων» και Βυζαντινών κορυφώθηκε με την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204. Διαπιστώνουμε πως ο «ιερός πόλεμος» της Δύσης δεν κατάφερε ένα τόσο ισχυρό χτύπημα στον Μουσουλμανικό κόσμο, όσο αυτό που κατάφερε κατά του Βυζαντίου.  Στην ουσία, το πραγματικό θύμα των Σταυροφοριών, ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Η Κωνσταντινούπολη ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς το 1261 από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο (1258 - 1282) Η Δυναστεία των Παλαιολόγων ονόμασε αυτήν την περίοδο. Αλλά, η Αυτοκρατορία υπό την διοίκησή της δεν ήταν το παλιό, ισχυρό κράτος, αλλά ένα κράτος με μειωμένη έκταση, «λιωμένο ανάμεσα στη Λατινική Χριστιανοσύνη και την ασταμάτητη παλίρροια της Ανατολής» [1]

Πράγματι, πολλές Ελληνικές περιοχές κατέχονταν ακόμη από Λατίνους και Τούρκους. Η Αυτοκρατορία πνίγονταν, οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά, περιμένοντας το τέλος, που όμως φαίνονταν μακρύ.




Το Βυζάντιο και ο Ελληνισμός γνωρίζουν μια νέα περίοδο, με βαριές συνέπειες στον τομέα του πολιτισμού και της τέχνης, επίσης. Η Βυζαντινή τέχνη παύει να επηρεάζει την Δύση, που σύντομα θα εξαπολύσει μια «ριζική» Αναγέννηση, ενώ το Σχίσμα απομονώνει τις δυο κοινωνίες. Από εδώ και πέρα, το Βυζάντιο, που ήθελε να είναι μια «οικουμενική» Αυτοκρατορία και το κατ’ εξοχήν Χριστιανικό κράτος, βλέπει τον εαυτό του υποχρεωμένο να αντιπαρατίθεται όχι μόνο στους «άπιστους» αλλά και στους Χριστιανούς της Δύσης, που αμφισβητούν, με μεγάλη επιτυχία άλλωστε την Pax Byzantina”.

Πρόκειται λοιπόν, για μια ριζική αλλαγή του ρόλου του Ελληνισμού στον Κόσμο. Αυτή εποχή ήταν, πάνω απ’ όλα, κρίση αξιών και προσανατολισμών. Δεν είναι αδόκιμο να ισχυριστούμε πως οι πολιτικές και πολιτιστικές επιλογές εκείνης της εποχής είχαν βαριές συνέπειες σε όλη την Νεοελληνική Ιστορία, ως τις μέρες μας. Πράγματι, καθορίστηκαν οι σχέσεις Δύσης – Βυζαντίου. Μπήκαν οι βάσεις που βοήθησαν στην επιβίωση του Εθνους κατά την επερχόμενη Τουρκοκρατία, καθώς και οι βάσεις της σύγχρονης Ορθοδοξίας. Με δυο λόγια, οι προσανατολισμοί και τα μεγάλα προβλήματα εκείνης της εποχής, είναι ακόμα επίκαιρα.




Η πλειοψηφία των ιστορικών συμφωνούν, περιγράφοντας την εποχή των Παλαιολόγων ως την πνευματική και καλλιτεχνική κορύφωση όλης της Βυζαντινής Ιστορίας. Και όμως, η πολιτιστική αυτή ακμή έρχεται σε μια περίοδο που η Αυτοκρατορία αντιμετωπίζει μια μακρά και τρομερή κρίση. Αυτό το ιστορικό παράδοξο δεν μπορεί να αγνοηθεί, σε μια εμβάθυνση της ανάλυσης της φύσης του Βυζαντινού πολιτισμού και της Αγιογραφίας εν προκειμένω. Η κλασσική ιστορική επιστήμη δεν θα μπορέσει ποτέ να ερμηνεύσει αυτό το φαινόμενο που προφανώς είναι  ανεξάρτητο από κάθε ιστορικό νόμο. [2]

Η εποχή των Παλαιολόγων σημαδεύτηκε από δυο ρεύματα, τους «Ησυχαστές» και τους «Ανθρωπιστές» που πολιτικά εκφράστηκαν με τους «Ανθενωτικούς» (Ορθόδοξους) και τους «Ενωτικούς» αντίστοιχα.

 Είναι σε αυτήν την περίοδο που η Ορθοδοξία φτάνει στην πλήρη θεολογική της ολοκλήρωση, με θεολόγους σαν τον Νικόλαο Καβάσιλα, τον Μάρκο Εφέσου, τον Γρηγόριο Παλαμά, τον Γεννάδιο Σχολάριο:«Αυτήν την δωρεά στον Αιώνα, το Βυζάντιο δεν τη κάνει τον καιρό της λάμψης, αλλά τον καιρό του κινδύνου του» «είναι μέσα στην κατάρρευση μιας κοινωνίας, μιας τάξης, μιας Χριστιανοσύνης, που η Ορθοδοξία κατορθώνει την μέγιστη σύνθεση της θεολογίας και της πνευματικότητάς της» . [3]

Η Ορθοδοξία δεν απέφυγε τον κίνδυνο του εσωτερικού σχίσματος σ’ αυτές τις διεργασίες. Το κίνημα των «Ησυχαστών» αντικατόπτριζε και τις κοινωνικές αναταράξεις της εποχής και την δίψα για κοινωνική δικαιοσύνη. Αν όμως στη Δύση αυτά οδήγησαν στο Προτεσταντικό σχίσμα, στην Ανατολή επετεύχθη η Σύνθεση, χωρίς τις καταστροφικές συνέπειες που είχαν τα ανάλογα γεγονότα στη Δύση. Οι Ησυχαστές αναγνωρίστηκαν μάλιστα, από αλλεπάλληλες Συνόδους (1341, -47, -68)

Άλλωστε, η ανυποχώρητη στάση των Ησυχαστών στο θέμα της σχέσης των Εκκλησιών, εμπόδισε την Ενωση των Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, που ήταν τόσο επιθυμητή από τους Αυτοκράτορες, με στόχο να σώσουν την Αυτοκρατορία μέσω ενός συμβιβασμού με την Δύση.




Το άλλο κίνημα της εποχής, ήταν αυτό των «Ανθρωπιστών» που το επάνδρωναν κυρίως διανοούμενοι που ήταν συνδεδεμένοι με την Αυτοκρατορική αυλή.  Οι «Ανθρωπιστές» ενδιαφέρονταν για την κληρονομία της αρχαίας Ελλάδας, που την συνδύαζαν με μια θεολογία λίγο-πολύ ορθολογιστική. Ανάπτυξαν την μελέτη της αρχαίας γραμματείας όσο ποτέ άλλοτε.

Ο Κόσμος οφείλει ευγνωμοσύνη στους Βυζαντινούς Ανθρωπιστές. Περιορίστηκαν βέβαια στην συντήρηση και σχολιασμό των αρχαίων πηγών, αλλά χωρίς αυτό το έργο, η κληρονομιά της αρχαιότητας θα έμενε για πάντα χαμένη. Η Ιταλική Αναγέννηση τους χρωστά πολλά.

Ανθρωπιστές και Ησυχαστές συγκρούστηκαν σε θεολογικά θέματα, μια που οι πρώτοι έδιναν μεγάλη σημασία στην λογική ως μέσον κατανόησης του Θείου. Αλλωστε, ανάμεσά τους, ο Πλήθων Γεμιστός (1355-1451) κατέληξε στην ολοκληρωτική απόρριψη του Χριστιανισμού οραματιζόμενος μια πλήρη επαναφορά της αρχαιότητας. Το μήνυμά του έγινε αποδεκτό περισσότερο στη Δύση, παρά στο Βυζάντιο.  Πολλοί ανθρωπιστές βέβαια, έφυγαν στη  Δύση, ασπάστηκαν τον Ρωμαιοκαθολικισμό και συμμετείχαν ενεργά στην Αναγέννηση.

Η αντίθεση αυτή ανάμεσα στα δυο ρεύματα, εμφανίστηκε πολιτικά με τους «Ενωτικούς» και τους «Ανθενωτικούς». Οι μεν προτιμούσαν συμβιβασμό με την Δύση σε ανταλλαγή στρατιωτικής βοήθειας κατά των Τούρκων, ενώ οι δε προτιμούσαν να τηρήσουν την πίστη, έστω και εις βάρος του μέλλοντος της Αυτοκρατορίας.




Η αντίληψή μας πάνω στην ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είναι ενοποιητική. Πιστεύουμε πως πίσω και μέσα από αυτήν την αντίθεση, Ησυχαστών-Ανθρωπιστών, Ενωτικών-Ανθενωτικών, δημιουργήθηκε μια μεγαλοπρεπής σύνθεση που είναι η ίδια η φύση και η ουσία της «Αναγέννησης των Παλαιολόγων». Και δεν υπάρχει τομέας του Βυζαντινού πολιτισμού της εποχής που αυτό να είναι πιο εμφανές από την ζωγραφική, και ειδικά την αγιογραφία, όπου συνδυάζεται εκπληκτικά το θεολογικό βάθος των Ησυχαστών με την υιοθέτηση των αρχαίων προτύπων που ενέπνεαν τους Ανθρωπιστές.


Τέλος Α μέρους


[1] Olivier Clement, «Byzance et le Christianisme» σελ 1
[2] Εισαγωγή του Λ. Καμπερίδη στο «Η τελευταία Βυζαντινή Αναγέννηση» του Στήβεν Ράνσιμαν, σελ. 13-18
[3] Olivier Clement, «Byzance et le Christianisme» σελ 1


ΜΕΡΟΣ Β

Επιστρέφοντας στο θέμα που θίξαμε στην αρχή του κεφαλαίου μας, δηλ. την νέα θέση του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας σχετικά με την Δύση αλλά και στον κόσμο, μπορούμε να πούμε πως αυτό το πρόβλημα είναι στις ρίζες κάθε πνευματικού κινήματος της εποχής αυτής.

Είναι λοιπόν, η διαμόρφωση του νέου προσώπου του Ελληνισμού που βρίσκεται στη βάση της εποχής των Παλαιολόγων. Αφορά την δημιουργία μιας νέας Εθνικής ιδεολογίας (Η μιας Εθνικής ιδεολογίας απλά) ενός νέου πατριωτισμού, ώστε να ανακουφιστεί η Εθνική Υπερηφάνεια, που τόσο γελοιοποιήθηκε και καταρρακώθηκε από το Σχίσμα και την Φραγκοκρατία.



Ο Χριστιανισμός δεν αρκούσε πια για να δικαιώνει το Βυζάντιο απέναντι στους εχθρούς του μια που τώρα και η Χριστιανική Δύση ήταν αντίπαλός του. Συνεπώς, οι Βυζαντινοί θα αγκιστρωθούν στην αρχαία Ελληνική παράδοση –όπως είχαν δικαίωμα εξ αιτίας της γλώσσας τους- και φυσικά στην Ορθοδοξία, την «ορθή πίστη» που πλέον δεν κινδύνευε μόνον από τους «άπιστους» δηλ τους Τούρκους, αλλά και από τους«αιρετικούς» και «σχισματικούς», δηλ τους Χριστιανούς της Δύσης. Οι Βυζαντινοί διανοούμενοι, προσκολλημένοι στην αρχαία Ελλάδα και ο λαός του Βυζαντίου, προσκολλημένος στην Ορθοδοξία, θα αναλάβουν μαζί το έργο της σωτηρίας του κράτους των Ορθοδόξων Ελλήνων, που τώρα πια είναι το Βυζάντιο. [1]

Ιδού λοιπόν το σημείο συνάντησης των Ησυχαστών και των Ανθρωπιστών, πίσω από μια επιφανειακή αντιπαράθεση. Από διαφορετικούς δρόμους, αυτά τα δυο κινήματα σχηματίζουν το νέο πρόσωπο του Ελληνισμού, που ας το πούμε, δεν διαφέρει πολύ από το σημερινό.  Αυτά οφείλονται και σε δημογραφικούς λόγους, [2] μια που η επιστροφή του όρου «Έλληνας» σε αντικατάσταση του όρου «Ρωμαίος»που παλιότερα καθόριζε τον Βυζαντινό πολίτη, και άλλα, παράλληλα φαινόμενα, οφείλονται και στο ότι η Αυτοκρατορία εγκαταλείπει πια τα οικουμενικά της όνειρα και περιορίζεται γεωγραφικά σε περιοχές που κατοικούνται από Έλληνες.



Η συνάντηση των δυο ρευμάτων είναι εμφανής στην τέχνη της περιόδου, που παρουσιάζει έξοχα μνημεία. Τα πρότυπα που εμπνέονται από την κλασσική αρχαιότητα ακολουθώντας τις αντιλήψεις των Ανθρωπιστών, συνταιριάζουν με το όραμα του υπερφυσικού«Θαβωρείου και ακτίστου φωτός» των Ησυχαστών, και την μεταμόρφωση του ορατού κόσμου. Οι Ησυχαστές, μέσω της «Κυριακής προσευχής» έφθαναν σε μια θέαση του κόσμου και του εαυτού τους, μεταμορφωμένη από την Θεία Χάρη. Άχρηστο, ίσως, να υπογραμμιστεί πόσο αυτή η οπτική επηρέασε το χρώμα και την αντίληψη του φωτός στην Βυζαντινή ζωγραφική της περιόδου.

Πολλοί ιστορικοί δεν έχουν κατανοήσει αυτήν την Σύνθεση. Λένε πως η τέχνη της περιόδου δεν είναι άλλο παρά το αποτέλεσμα Αρχαιοελληνικών επιρροών εις βάρος της Ορθόδοξης τέχνης. Άλλοι  πάλι, χαρακτηρίζουν την τέχνη της εποχής σαν μια «αποτυχημένη»Αναγέννηση, «πνιγμένη από έναν αρρωστημένο μυστικισμό»συγκρίνοντάς την με την Ιταλική Αναγέννηση.

Η ζωγραφική των Παλαιολόγων δεν ήταν ούτε η «παραχάραξη της παράδοσης» [3] ούτε μια Αναγέννηση πνιγμένη από τον μυστικισμό. Άλλωστε, η Αναγέννηση των Παλαιολόγων δεν αποτελεί εξαίρεση στην ιστορία της Βυζαντινής τέχνης. Αντίθετα δεν είναι παρά μια Αναγέννηση ανάμεσα στις πολλές παρόμοιες που γνώρισε αυτή η τέχνη. Στην πραγματικότητα, η επιστροφή στις αρχαίες πηγές είναι ένα συχνό φαινόμενο στην αγιογραφία.



Από την άλλη, όποια σύγκριση με την Ιταλική Αναγέννηση είναι ατυχής και αδόκιμη.  Η Ιταλική Αναγέννηση απέβλεπε σε μια ριζική ανάταξη της πνευματικής ζωής, που συνοδεύονταν με σειρά επιστημονικών ανακαλύψεων, μια μεγάλη οικονομική και εμπορική ανάπτυξη και με την κατάκτηση νέων περιοχών. Στην ουσία, η Ιταλική Αναγέννηση ήταν ένα κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό κίνημα που σηματοδοτεί την εξέλιξη της Δυτικής κοινωνίας σε μια Κεφαλαιοκρατική(καπιταλιστική) διάρθρωση, πράγμα που απαιτούσε νέες οδούς σκέψης.

 Τίποτα από αυτά, που καθορίζουν την Ιταλική Αναγέννηση,  δεν είναι κοινό με την Αναγέννηση των Παλαιολόγων. Η Ελληνική Αναγέννηση δεν ανακάλυπτε κάτι νέο, δεν έρχονταν σε ρήξη με το πρόσφατο παρελθόν της, αλλά υπογράμμιζε ένα στοιχείο που ήδη υπήρχε στην Βυζαντινή τέχνη –την αρχαία επιρροή. Δεν προσπαθούσε να δημιουργήσει έναν νέο κόσμο, αλλά να διατηρήσει ένα ένδοξο παρελθόν, όπως όφειλε. [4]

«Γεγονός είναι, πως οι ύστεροι Βυζαντινοί –σε αντίθεση με τους Ιταλούς- άφησαν χώρο στο Φυσικό, χωρίς να γίνουν Φυσιοκρατιστές. Χρησιμοποίησαν το Βάθος, χωρίς να το φυλακίσουν στους νόμους της Προοπτικής. Εξερεύνησαν το Ανθρώπινο, αλλά χωρίς να το απομονώσουν από το Θείο»... «Μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η τέχνη των Παλαιολόγων αντιπροσωπεύει, όχι πλέον μια χαμένη Αναγέννηση, αλλά μια Αναγέννηση μεταμορφωμένη» [5]



Οι καλλιτέχνες αυτής της εποχής αρχίζουν πλέον να υπογράφουν τα έργα τους. Αλλά όσο και αν αναπτύσσουν τεχνοτροπίες λίγο-πολύ προσωπικές, παραμένουν συλλογικοί, και ακολουθούν τους κανόνες της αγιογραφίας. Αυτή η αντίληψη για τον καλλιτέχνη αγιογράφο παραμένει ως τις μέρες μας.

Η Αναγέννηση των Παλαιολόγων είναι ένα φαινόμενο που δεν μπορεί να κατανοηθεί αν δεν το δούμε σαν αντίδραση στον στραγγαλισμό της Αυτοκρατορίας μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Από τη  άλλη, δεν ήταν ένα φαινόμενο διαρκείας, όπως στην Δύση. Αντιθέτως, θα μπορούσαμε να την κατατάξουμε μεταξύ των πολλών «Αναγεννήσεων» που γνώρισε η Βυζαντινή τέχνη κατά την  ύπαρξή της. [6]

Αλλωστε, αφού έκανε τον πλήρη κύκλο της, η Αναγέννηση των Παλαιολόγων παραχώρησε την θέση της (ακόμα και προ της Άλωσης) σε έναν πιο αυστηρό ρυθμό, που αποκαλούμε «Κρητική Σχολή»






[1] Αρβελέρ, «Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» σελ. 73-74
[2] Στήβεν Ράνσιμαν «Η τελευταία Βυζαντινή Αναγέννηση» σελ. 37
[3] Βράνος, «Θεωρία της αγιογραφίας» σελ. 25
[4] Οττο Ντέμους «Αρχαίες εικόνες της Ρωσίας» σελ. 9
[5] Olivier Clement, «Byzance et le Christianisme» σελ 77 Ήδη εξηγήσαμε πως οι συγκρίσεις αυτές είναι μάταιες.
[6] Όπως λέει ο Ράνσιμαν, άλλοτε ο καλλιτέχνης όφειλε να προσαρμόζεται σε ένα Ελληνίζον κοινό, και άλλοτε ένας Ελληνίζων καλλιτέχνης όφειλε να προσαρμοσθεί σε ένα κοινό πιστών. («Ο Βυζαντινός πολιτισμός» σελ. 305)